- Μόνο από ψωμί, καφέ και τσιγάρα, μαζεύονται αποδείξεις 2.409 ευρώ
- Τι θα πρέπει να προσέξετε πριν συμπληρώσετε την φορολογική σας δήλωση
- Που δηλώνονται οι αποδείξεις, πόσες χρειάζονται και ποιες δεν δηλώνονται
- Αναλυτικά παραδείγματα και οι προθεσμίες για την υποβολή των δηλώσεων
Τις
πεταμένες αποδείξεις από απλές, φθηνές, καθημερινές συνήθειες αναπολούν
χιλιάδες φορολογούμενοι, οι οποίοι κάνουν αυτές τις ημέρες τη σούμα των
αποδείξεων για τη συμπλήρωση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και
διαπιστώνουν ότι δεν μαζεύονται οι απαιτούμενες δαπάνες.
Οπως
παρατηρούν φοροτεχνικοί, οι περισσότεροι φορολογούμενοι υποτίμησαν και
δεν κράτησαν τις αποδείξεις από τον καθημερινό καφέ, την τυρόπιτα ή τα
τσιγάρα διότι δεν είχαν συνειδητοποιήσει πόσο χρήσιμες θα μπορούσαν να
τους φανούν αυτές οι αποδείξεις. Τώρα την αμέλειά τους αυτή κινδυνεύουν
να την πληρώσουν με έξτρα φόρο.
Λογιστής εκτιμά πως αυτό
συμβαίνει γιατί δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι μια καθημερινή δαπάνη
για έναν καφέ ή μια τυρόπιτα ύψους 2 ευρώ οδηγεί στη συγκέντρωση
αποδείξεων ύψους 730 ευρώ τον χρόνο. Αν αυτές οι αποδείξεις λείπουν κατά
τη συμπλήρωση της δήλωσης και ο φορολογούμενος δεν συγκεντρώνει το
απαιτούμενο ύψος αποδείξεων (25% επί του εισοδήματος), τότε κινδυνεύει
με έξτρα φόρο με συντελεστή 10%. Η αμέλεια συλλογής των συγκεκριμένων
αποδείξεων μπορεί να κοστίσει 73 ευρώ επιπλέον φόρο. Ας υποθέσουμε ότι
κάποιος δαπανά για τσιγάρα 4 ευρώ την ημέρα χωρίς να κρατά τις
αποδείξεις.
Πέρα από το κακό στην τσέπη και την υγεία του, μπορεί
να πληρώσει και έξτρα φόρο 146 ευρώ, αν δεν έχει κρατήσει τις
αποδείξεις που φτάνουν ετησίως στα 1.460 ευρώ. Ακόμα μια κλασική
περίπτωση αποδείξεων τις οποίες συνήθως πετάμε μαζί με τη σακούλα είναι
το ψωμί. Πρόκειται για καθημερινή αγορά και αν υπολογίσουμε την τιμή της
φραντζόλας στα 0,60 ευρώ μαζεύονται σε ετήσια βάση άλλα 219 ευρώ σε
αποδείξεις μόνο και μόνο από το ψωμί.
Έτσι λοιπόν μόνο από ψωμί,
καφέ και τσιγάρα, συγκεντρώνονται αποδείξεις 2.409 ευρώ οι οποίες αν
λείπουν μπορεί να κοστίσουν στον φορολογούμενο έξτρα φόρο 240 ευρώ.
Με
έξτρα φόρο κινδυνεύουν όμως και όσοι δεν έχουν ενημερωθεί για τις
διευκρινίσεις του υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τις οποίες το ύψος
των απαιτούμενων αποδείξεων προσδιορίζεται είτε με βάση το δηλούμενο
εισόδημα είτε με βάση το τεκμαρτό, εάν αυτό είναι μεγαλύτερο.
Ο
νόμος ορίζει ότι το απαιτούμενο ποσό αποδείξεων δαπανών ορίζεται «σε
ποσοστό 25% του ατομικού εισοδήματος του φορολογουμένου του δηλούμενου
και φορολογούμενου σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις και για ποσό
εισοδήματος μέχρι 60.000 ευρώ». Με εγκύκλιό του όμως στη συνέχεια το
υπουργείο Οικονομικών επέστησε την προσοχή των φορολογουμένων στο
τεκμαρτό εισόδημα ως παράγοντα προσδιορισμού των απαιτούμενων αποδείξεων
ενώ διευκρίνισε ότι αποδείξεις θα πρέπει να δηλώσουν ακόμα και όσοι
έχουν εισοδήματα χαμηλότερα από το αφορολόγητο των 5.000 ευρώ.
Στην
εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών εφιστάται η προσοχή των
φορολογουμένων στη συμπλήρωση του Κωδικού 049 (δαπάνη αγοράς αγαθών και
παροχής υπηρεσιών) του Πίνακα 7 του εντύπου Ε1. Ο συγκεκριμένος κωδικός
συμπληρώνεται με την εμπρόθεσμη δήλωση, ακόμα και όταν το πραγματικό ή
τεκμαρτό εισόδημα του φορολογουμένου δεν υπερβαίνει το αφορολόγητο ποσό
της κλίμακας φόρου εισοδήματος. Για παράδειγμα φορολογούμενος με
εισόδημα 4.800 ευρώ θα πρέπει να δηλώσει αποδείξεις δαπανών ίσες με το
25% του εισοδήματός του, δηλαδή 1.200 ευρώ. Αν δεν δηλώσει καθόλου
αποδείξεις θα κληθεί να πληρώσει φόρο 120 ευρώ (1.200 επί 10%).
Ιδιαίτερα
προσεκτικοί θα πρέπει να είναι οι φορολογούμενοι και όσον αφορά τα
τεκμήρια. Οι απαιτούμενες αποδείξεις προσδιορίζονται με βάση το τεκμαρτό
εισόδημα αν αυτό είναι υψηλότερο από το πραγματικό.
Το υπουργείο
Οικονομικών επισημαίνει ότι οι φορολογούμενοι θα πρέπει να λάβουν υπόψη,
όσον αφορά το ύψος εισοδήματος για τον υπολογισμό των απαιτούμενων
αποδείξεων καθώς και για την κάλυψη των τεκμηρίων του, ότι για τον
προσδιορισμό του αντικειμενικού εισοδήματος με βάση τη συνολική ετήσια
δαπάνη, πέραν των δηλωθέντων από τον ίδιο στοιχείων (κατοικία,
αυτοκίνητα κ.λπ.), κατά την εκκαθάριση της δήλωσης υπολογίζεται και ως
ελάχιστη ετήσια αντικειμενική δαπάνη 3.000 ευρώ προκειμένου για άγαμο
και 5.000 ευρώ για συζύγους που υποβάλλουν κοινή δήλωση.
Ας
υποθέσουμε ότι ένας φορολογούμενος δηλώνει εισόδημα 5.000 ευρώ και
αποδείξεις 1.250 ευρώ. Αν η εφαρμογή των τεκμηρίων δεν οδηγήσει σε
υψηλότερο εισόδημα, ο συγκεκριμένος φορολογούμενος δεν θα πληρώσει
καθόλου φόρο. Αν όμως, για παράδειγμα, το τεκμαρτό εισόδημα αυξηθεί στα
10.000 ευρώ, τότε αφενός προκύπτει έξτρα φόρος λόγω τεκμηρίων 500 ευρώ
(10.000 - 5.000 ευρώ=5.000 *10%= 500 ευρώ) αλλά και έξτρα φόρος 125 ευρώ
καθώς λείπουν αποδείξεις 1.250 ευρώ (το 25% των 10.000 ευρώ είναι
2.5000 ευρώ αξίας απαιτούμενων αποδείξεων).
Πού δηλώνονται:
Οι
αποδείξεις καταναλωτικών δαπανών καταγράφονται στον κωδικό 049 του
πίνακα 7 του βασικού εντύπου Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Στον
κωδικό αυτό, θα πρέπει να γραφεί το συνολικό ποσό των δαπανών που
πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα εντός του 2011, από τους συζύγους και τα
τέκνα που τους βαρύνουν για την αγορά αγαθών και λήψη υπηρεσιών, με
εξαίρεση τα ποσά των αποδείξεων που συλλέχθηκαν μέσω της Κάρτας
Αποδείξεων. Οσοι φορολογούμενοι έχουν χρησιμοποιήσει τη φοροκάρτα το
2011 θα διαπιστώσουν ότι το ποσό των δαπανών που έχει καταγραφεί μέσω
αυτής θα αποτυπωθεί στη δήλωσή τους αυτόματα από τη Γενική Γραμματεία
Πληροφορικών Συστημάτων. Συγκεκριμένα, στον κωδικό 341 του πίνακα 10 της
δήλωσης η ΓΓΠΣ θα προεκτυπώσει το συνολικό ποσό των αποδείξεων δαπανών
που συλλέχθηκαν μέσω της φοροκάρτας το οποίο κατά την εκκαθάριση της
δήλωσης θα συναθροιστεί με το ποσό που δηλώθηκε στον κωδικό 049.
Πόσες χρειάζονται.
Το
ποσό των αποδείξεων δαπανών που απαιτείται ορίζεται σε ποσοστό 25% του
ατομικού εισοδήματος του φορολογουμένου του δηλούμενου και
φορολογούμενου σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις και για ποσό εισοδήματος
μέχρι 60.000 ευρώ, με τη διευκρίνιση ότι αν το τεκμαρτό εισόδημα είναι
μεγαλύτερο ο υπολογισμός γίνεται με βάση το τεκμαρτό. Για παράδειγμα
φορολογούμενος με εισόδημα 18.000 θα πρέπει να δηλώσει αποδείξεις 4.500
ευρώ, στα 40.000 ευρώ εισοδήματος χρειάζονται αποδείξεις 10.000 ευρώ,
αλλά στα 80.000 ευρώ και για την ακρίβεια για κάθε εισόδημα πάνω από
60.000 ευρώ οι απαιτούμενες αποδείξεις καθορίζονται σε 15.000 ευρώ. Αν
λείπουν αποδείξεις, επιβάλλεται στη διαφορά φόρος με συντελεστή 10%. Για
παράδειγμα φορολογούμενος ο οποίος δηλώνει εισόδημα 20.000 ευρώ και
αντί για 5.000 ευρώ αποδείξεις δηλώσει 4.000 ευρώ θα επιβαρυνθεί με
επιπλέον φόρο 100 ευρώ (5.000-4.000= 1.000χ10%= 100). Αντίθετα, μετά την
κατάργηση του μπόνους για συγκέντρωση περισσοτέρων από τις απαιτούμενες
αποδείξεις, ο ίδιος φορολογούμενος αν δηλώσει ακόμα και τις διπλάσιες
αποδείξεις δεν κερδίζει τίποτα.
Δεν υποβάλλονται.
Φέτος, οι
αποδείξεις δεν αποστέλλονται πακέτο με τις φορολογικές δηλώσεις. Θα
πρέπει να φυλάσσονται σε κλειστό φάκελο στον οποίο, σύμφωνα με τις
οδηγίες του υπουργείου Οικονομικών, πρέπει να αναγράφονται το
ονοματεπώνυμο και ο ΑΦΜ του υπόχρεου, ο αριθμός των αποδείξεων και το
συνολικό ποσό αυτών.
Για την αναγνώριση των αποδείξεων από τη
Φορολογική Αρχή απαιτείται να διακρίνεται η επωνυμία της εκδότριας
επιχείρησης, ο ΑΦΜ αυτής, η ημερομηνία έκδοσης και το τελικό ποσό. Σε
περίπτωση κατά την οποία η απόδειξη δεν είναι τυπωμένη με έντονα
στοιχεία και πιθανολογείται η πλήρης εξαφάνισή τους ο φορολογούμενος
πρέπει να επαναλάβει τα προαναφερθέντα στοιχεία (επωνυμία της
επιχείρησης, ΑΦΜ, ημερομηνία και ποσά), ώστε να καθίσταται στη συνέχεια
εφικτός ο έλεγχός τους από την Εφορία. Σε κάθε περίπτωση υποβολής της
δήλωσης δεν συνυποβάλλονται οι αποδείξεις δαπανών οι οποίες φυλάσσονται
από τον φορολογούμενο και παραδίδονται εφόσον ζητηθούν για έλεγχο.
Επισημαίνεται
ότι οι δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί υπολογίζονται αθροιστικά και
για τους δύο συζύγους, μόνον εφόσον έχουν αναγραφεί στην εμπρόθεσμη
δήλωση και μερίζονται μεταξύ τους ανάλογα με το ύψος του δηλούμενου και
φορολογούμενου σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις ατομικού εισοδήματός
τους που προκύπτει από την εμπρόθεσμη δήλωσή τους.
Ο γρίφος των αποδείξεων
25% του εισοδήματος - πραγματικού ή τεκμαρτού - από το πρώτο ευρώ πρέπει να δηλώσουν οι φορολογούμενοι με αποδείξεις
15.000 ευρώ ανά φορολογούμενο το μέγιστο απαιτούμενο ύψος αποδείξεων
10%
ο συντελεστής φόρου που επιβάλλεται στη διαφορά δηλούμενων και
απαιτούμενων αποδείξεων – καταργήθηκε το μπόνους έκπτωσης φόρου για τη
συγκέντρωση περισσότερων αποδείξεων
049 ο κωδικός του πίνακα 7στο έντυπο Ε1 όπου δηλώνονται οι αποδείξεις
341 ο κωδικός στον πίνακα 10 όπου θα συμπληρωθούν αυτόματα οι αποδείξεις μέσω φοροκάρτας
56.231 κάρτες αποδείξεων (33.931 μέσω SMS και 22.300 μέσω TAXISnet) είχαν ενεργοποιηθεί έως τις 7 Ιουνίου 2012
16 Ιουλίου εκπνέει η προθεσμία για την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων
2 Ιουλίου εκπνέει η προθεσμία για τις χειρόγραφες δηλώσεις
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Εισόδημα
€12.000 Θα πρέπει να δηλωθούν αποδείξεις €3.000 Αν δηλωθούν αποδείξεις
5.000 ευρώ, η έκπτωση φόρου θα είναι μηδενική. Αν δηλωθούν αποδείξεις
2.500 ευρώ, θα υπάρχει έξτρα φόρος €50
Εισόδημα €16.000 Χρειάζεται
αποδείξεις €4.000 Αν το τεκμαρτό εισόδημα προσδιορίζεται σε 40.000
ευρώ, χρειάζονται αποδείξεις 10.000 ευρώ. Αν δηλωθούν μόνο 4.000 ευρώ σε
αποδείξεις, θα υπάρχει έξτρα φόρος €600
Εισόδημα €5.000 στο όριο
του αφορολογήτου, χωρίς περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν τεκμήριο. Ο
φορολογούμενος πρέπει να δηλώσει αποδείξεις €1.250 καθώς στην αντίθετη
περίπτωση θα κληθεί να πληρώσει έξτρα φόρο €125
Κείμενο εδώ.